Μεγάλη γοητεία μου ασκούν κείμενα που έρχονται από το παρελθόν, έχουν όμως αντίκρυσμα και στο σήμερα. Κι αυτή η γοητεία ενισχύεται όταν το περιεχόμενο των κειμένων αφήνει μια ευχάριστη επίγευση για τα τωρινά, μια ελπίδα. Πολλές φορές όμως, αντί να γοητεύουν, απογοητεύουν, όταν δηλαδή φανερώνουν ακατάπαυστα κακώς κείμενα σ’ αυτόν τον τόπο ή σου προκαλούν μια δυσθυμία, καθώς βλέπεις ότι τίποτα δεν έχει αλλάξει προς το καλύτερο ή – πόσω μάλλον – όταν τα στραβά της Ιστορίας επαναλαμβάνονται δίχως τα παθήματα να έχουν γίνει μαθήματα. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκει ένα κείμενο από το πρόσφατο παρελθόν, από μια ταραγμένη περίοδο που προκάλεσε φοβερά πάθη στους Έλληνες και ίσως μόνο οι τωρινές γενιές να φαίνονται έτοιμες να τα αφήσουν πίσω: στην περίοδο του εμφυλίου 1946 – 1949.
Μετά τη λήξη του β’ παγκοσμίου πολέμου, οι νικήτριες Δυνάμεις μοίρασαν τον κόσμο. Η Ελλάδα σύρθηκε στο άρμα της Μ. Βρεττανίας του Τσώρτσιλ. Αρχές του 1947 όμως, κι ενώ μαίνεται ο εμφύλιος, καταφθάνει στην Αθήνα ο Πωλ Πόρτερ, επικεφαλής της Αποστολής Οικονομικής Έρευνας, απεσταλμένος του αμερικανού προέδρου Τρούμαν, ως προάγγελος της αλλαγής φρουράς: από τον βρεττανικό έλεγχο, θα περνούσαμε στον αμερικάνικο. Μάλιστα, στην κυβέρνηση που σχηματίζεται, μετέχει για πρώτη φορά ως Υπουργός Εργασίας, ο Κ. Καραμανλής.
Η αποστολή του Πόρτερ ήταν να ελέγξει κατά πόσο θα σύμφερε στις ΗΠΑ μια επέμβαση (στρατιωτική – οικονομική) στην Ελλάδα. Μέσα σε δυο μήνες (28 Μαρτίου 1947), ο Πόρτερ κατέθεσε την έκθεσή του στη Βουλή των ΗΠΑ, την οποία δημοσίευσε λίγο αργότερα, τον Μάιο, η αθηναϊκή εφημερίδα Ελευθερία. Αυτή η έκθεση είναι το εν λόγω κείμενο, από το οποίο παραθέτω κάποια αποσπάσματα:
«Υπάρχει μεγάλη ανομοιομορφία εις το βιοτικόν έπίπεδον και τα εισοδήματα ανά την Ελλάδα. Οι κερδίζοντες, δηλαδή οι βιομήχανοι, οι έμποροι, οι κερδοσκόποι και οι μαυραγορίται, διάγουν εν πλούτω και χλιδή, το πρόβλημα δε αυτό ουδεμία κυβέρνησις το αντιμετώπισεν αποτελεσματικώς. Εν τω μεταξύ αι λαϊκαί μάζαι περνούν μίαν αθλίαν ζωή. Οι κερδίζοντες είναι σχετικώς ολίγοι τον αριθμόν και ο συνολικός πλούτος των, περιερχόμενος εις το σύνολον του πληθυσμού θα επέφερεν ελάχιστην βελτίωσιν των γενικών συνθηκών διαβιώσεως. Αλλ’ ο πολυτελής τρόπος ζωής των εν μέσω της πτώχειας, συντείνει εις το να εξοργίζη τας μάζας και να υπογραμμίζη την δυστυχίαν των πτωχών.
Υπάρχει εις την χώραν σημαντικόν ποσοστόν συγκεκαλυμμένης ανεργίας, δεδομένου ότι τα 20% του πληθυσμού χρησιμοποιούνται υπό του κράτους ή εξαρτώνται εξ αυτού. Τα χαμηλότατα επίπεδα ζωής των δημοσίων υπαλλήλων, των συνταξιούχων και των άλλων μισθοβιώτων αποτελούν ένα σημαντικό παράγοντα, ο οποίος συμβάλλει εις την πολιτικήν και κοινωνικήν έντασιν που χαρακτηρίζει σήμερον την Ελλάδα.
Ουδέν μέτρον ελήφθη από της απελευθερώσεως δια να δοθή χρήσιμος εργασία εις τους δυναμένους να εργασθούν από το ευρύ αυτό στρώμα του πληθυσμού.
… Δύο και ήμισυ έτη μετά την απελευθέρωσιν η Ελλάς ευρίσκεται εις μίαν κατάστασιν νεκρώσεως παρά την ουσιαστικήν εξωτερικήν βοήθειαν και την αρμοδίαν εξωτερικήν καθοδήγησιν.
… Σημαντικά ποσά ξένου συναλλάγματος εσπαταλήθησαν κατά το παρελθόν έτος [1946] εις εισαγωγάς ειδών πολυτελείας, εις πώλησιν χρυσών λιρών από το κράτος και εις πράξεις επί του νομίσματος εις την μαύρην αγοράν.»
Πιο ανεπίσημα ο Πωλ Πόρτερ δημοσίευε στο αμερικανικό περιοδικό Κόλιερς (Σεπτέμβριος 1947) τις εντυπώσεις του από την Ελλάδα ως εξής (Σπ. θεοδωρόπουλου, Απ’ το δόγμα Τρούμαν στο δόγμα Χούντα, Αθήνα Ι 977, σελ. 64-65):
«Απ’ ό, τι μπόρεσα να διαπιστώσω, η κυβέρνηση δεν έχει καμιάν άλλη πολιτική πρακτική από το να ζητάει συνέχεια ξένη βοήθεια για να διατηρεί την εξουσία της και να διασώζει συνέχεια τα προνόμια μιας μικρής κλίκας εμπόρων και τραπεζιτών, οι οποίοι αποτελούν την αόρατη εξουσία στην Ελλάδα.