Παρασκευή, 20 Αυγούστου 2010
Οι Ορυκτοί Πόροι και το Σύνταγμα
Σύμφωνα με το σύνταγμα της χώρας, άρθρο 106 παρ. 1, τα υπόγεια και υποθαλάσσια κοιτάσματα χαρακτηρίζονται εθνικός πλούτος, θεσπίζονται ειδικοί νόμοι γι’ αυτά, το δε κράτος πρέπει να λαμβάνει όλα τα επιβαλλόμενα μέτρα για την εκμετάλλευσή τους μέσα στο πλαίσιο της εθνικής οικονομικής ανάπτυξης, καθώς με τον τρόπο αυτό εξυπηρετούνται και διασφαλίζονται η κοινωνική ειρήνη και η προστασία του κοινού οικονομικού συμφέροντος.
Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 1 του Συντάγματος «Ειδικοί Νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με την ιδιοκτησία και διάθεση των μεταλλείων, ορυχείων, σπηλαίων, αρχαιολογικών χώρων και θησαυρών, ιαματικών, ρεόντων και υπογείων υδάτων και γενικά του υπογείου πλούτου».
Εξ άλλου και κατά τη διάταξη του άρθρου 102 του Μεταλλευτικού Κώδικα (ΜΚ), η εκμετάλλευση των μεταλλείων χαρακτηρίζεται για την εφαρμογή των διατάξεών του ως δημόσια ωφέλεια. Αυτός ο νομικός προσδιορισμός επιτρέπεται λόγω αυτής ακριβώς της ένταξης των μεταλλείων στην έννοια του «εθνικού πλούτου», ενώ ο Μεταλλευτικός Κώδικας προβλέπεται ως ειδικό νομικό καθεστώς που προσδιορίζεται από το Σύνταγμα, σύμφωνα με το παραπάνω άρθρο 18.
Συνεπώς, οι εξορυκτικές δραστηριότητες αφορούν σε μία εθνικής σημασίας πηγή πλούτου με ειδική συνταγματική αναφορά που δεν πρέπει να αγνοούνται ως αναπτυξιακή προοπτική της χώρας, ενώ, εάν κριθεί ότι δια της εξορύξεως υπηρετείται υπέρτερο δημόσιο συμφέρον, ειδικές διατάξεις επιτρέπουν την αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων (άρθρο 128 του Μεταλλευτικού Κώδικα), με την εξορυκτική χρήση να λαμβάνει έτσι προτεραιότητα έναντι άλλων χρήσεων γης προκειμένου να εξυπηρετηθεί η εκμετάλλευση μεταλλείων, η οποία λογίζεται ως δημόσια ωφέλεια.
Εντούτοις, τα δικαιώματα που δίνει ο ΜΚ στον μεταλλειοκτήτη (υπεδάφους, απαλλοτρίωση ιδιοκτησιών κλπ) και τα οποία απορρέουν από την ως άνω αρχή (του δημοσίου συμφέροντος) δεν δίνονται άκριτα, ανεξέλεγχτα και χαριστικά. Η τουλάχιστον έτσι πρέπει να συμβαίνει. Δίνονται κατόπιν ελέγχου εκ μέρους της πολιτείας (ελεγκτικών φορέων) και σε καμία περίπτωση η «υπεδαφική ιδιοκτησία» δεν (πρέπει να) απολαμβάνει a priori προτεραιότητας έναντι της εδαφικής ιδιοκτησίας. Αποτελεί ένα αυτοτελές εμπράγματο δικαίωμα, εντελώς διακεκριμένο από την εδαφοκτησία. Πρόκειται για παράλληλες και ανεξάρτητες μορφές δικαιώματος που σε κάθε περίπτωση που τυχόν υφίσταται αλληλεπίδραση ή διένεξη, υπάρχουν οι θεσμοθετημένοι φορείς από την πολιτεία και το σύνταγμα (δημόσια διοίκηση, ΣΤΕ, διοικητικά δικαστήρια) για να δώσουν τη λύση.
Δείτε επίσης:
- Ορυκτοί Πόροι και Χωροταξικά Πλαίσια
- Η Δυνατότητα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων για λόγους εξόρυξης
- Το τέλος του δικαστικού ακτιβισμού;
- Η άλλη άποψη από το Μεταλλευτικό Παρατηρητήριο