Το καλάθι της νοικοκυράς (Δε θα τους συνηθίσω ποτέ τους Γερμανούς μέρος 2ο)


Συντάχθηκε απο τον/την Anny Lignou – Αννυ Λιγνού

Με όση αντικειμενικότητα διαθέτω (εντάξει είμαι λίγο Πορτοκάλος), θα σας μεταφέρω τις διαφορές και τις ομοιότητες Ελλήνων και Γερμανών, ώστε αν δεν διδαχθούμε κάτι από όλο αυτό, τουλάχιστον να γελάσουμε.

Στο κείμενο ενδέχεται να περιέχονται ψήγματα υπερηφάνειας και προκατάληψης σε ελεγχόμενες δόσεις. Καταναλώστε άφοβα. (Αλλωστε, στη Γερμανική τηλεόραση, μάς κοροϊδεύουν ολημερίς στα πλαίσια της σάτιρας. Δεκτό με χαμόγελο. Μόνο που κι η σάτιρα γεννήθηκε στην Ελλάδα!)

Αννυ Λιγνού

 

Λοιπόν, ανακάλυψα επιτέλους από πού έχει βγει αυτή η ηλίθια φράση: «Το καλάθι της νοικοκυράς!» μαντέψτε: Ναι, από τους φίλους μας τους Γερμανούς και πάλι. Προσπαθούσα να σκεφτώ πότε ο Έλληνας πήγαινε να ψωνίσει με καλάθι (αληθινό καλάθι, όχι το καλαθάκι του σουπερμαρκετ) και αδυνατούσα να το βρω. Φτάνοντας όμως εδώ το ανακάλυψα. Όλοι οι Γερμανοί και οι Γερμανίδες πάνε κι αγοράζουν τα τρόφιμα ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ με ένα μικρό καλαθάκι ανά χείρας σαν την Κοκκινοσκουφίτσα. Όποιος ξεχάσει το καλαθάκι του, τιμωρείται με το να αγοράσει (πω πω! Φτου κακά!) σακούλες από το ταμείο, πράγμα τραγικό για τον προϋπολογισμό του.

Όχι, μην βιάζεστε να πείτε ότι είναι καλό αυτό γιατί και καλά προσέχουν το περιβάλλον κι ανακυκλώνουν τα πλαστικά τους και άλλα τέτοια οικολογικά. Το σκουπιδαριό που παράγει η Γερμανία, δύσκολα το φτάνει άλλη Ευρωπαϊκή χώρα.

Πριν όμως φτάσει κανείς να αγοράσει σακούλες από το ταμείο, έχει κάνει όποια γυφτιά μπορείτε να φανταστείτε. Έχει αδειάσει τις κούτες με τα κεκάκια ή τα γάλατα στο ράφι κι έχει πάρει μια και την κουβαλάει μαζί του γεμίζοντάς την ενώ του πέφτουν τα μισά κάτω και τα ξαναμαζεύει με υπομονή, κρατάει στα χέρια του ό,τι αγόρασε και το πάει στο ταμείο υποβοηθούμενος από το πηγούνι του, γυρίζει την ποδιά του (τη μπλούζα του ας πούμε) προς τα πάνω και τα βάζει μέσα και πάει πάλι τρέχοντας στο ταμείο και γενικά ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί προκειμένου να ΜΗΝ ΑΓΟΡΑΣΕΙ σακούλα κι επιβαρυνθεί με 0,8 του ευρώ.

Και κάθε μέρα το ίδιο βιολάκι. Ένα αγγουράκι, δύο ντοματούλες, ένα κουτί κατεψυγμένα σνίτσελ, μία μαυριδερή γιγκα σώς που την φτιάχνεις σε ένα λεπτό με ζεστό νερό, κατεψυγμένες προτηγανισμένες πατάτες και ξινολάχανο… έτοιμη η υψηλή μαγειρική…

Αχ! Να, κάποιος αγοράζει αληθινές πατάτες! Πας κοντά και τον κοιτάς με συγκίνηση. Μιλάει στη γυναίκα του για το ποιες θελει. Είναι Τούρκος τελικά. Αντε γεια σου βρε καρντάση που ξέρετε κι εσείς να τρώτε αληθινό φαγητό! Χαμογελάμε και οι τρεις με κατανόηση πάνω από τις πατάτες…

Βέβαια το καλαθάκι είναι και μια λύση για την πίεση που σου ασκούν οι ταμίες να βάλεις τα πράγματα μέσα και να ξεκουμπιστείς αφού πλήρωσες. Οι ύπουλοι αυτοί υπάλληλοι, οι οποίοι σε όλες τις άλλες θέσεις ενεργούν σε σλόου μόσιον – ζόμπι κατάσταση και μόλις μπουν στο ταμείο σεληνιάζονται και μετά το «γκούντεν ταγκ» τα χέρια τους πετάνε φωτιές και το μηχανημα κάνει γκλιν – γκλον ανα νανοσεκόντ, με αποτέλεσμα να μην προλαβαίνεις να βάλεις τα πραγματάκια σου στις σακούλες αμέσως και να πρέπει να τα ξαναπετάξεις στο καρότσι χύμα με τις ντομάτες κάτω – κάτω και τις κονσέρβες από πάνω, για να τα βάλεις μετά στις σακούλες γεμάτος άγχος βλαστημώντας στα ελληνικά.

Είναι οργανωμένο σχέδιο, τώρα το ξέρω.

Οι υπόλοιποι στην ουρά σε κοιτούν βλοσυρά με παγωμένη απελπισία για το ξέχειλα γεμάτο καρότσι σου και βλέπεις την έκπληξη στο βλέμμα τους, εκτιμώντας πως πήρες πολλά. Νομίζουν ότι έχεις να ταϊσεις ένα λόχο κι όχι μια μικρή τετραμελή οικογένεια κανονικών διαστάσεων.

Σόρρυ ρε παιδιά, αλλά δεν τη βρίσκω να είμαι κάθε δυο μέρες στο σουπερμάρκετ να θαυμάζω τα ράφια για να πάρω μια ντοματούλα και μια κονσέρβα, πώς να το κάνουμε δηλαδή?

Όταν η ταμίας σε γνωρίσει πια, μετά από κάποιους μήνες που πας ανά 15θήμερο, σε ρωτάει αν έχεις εστιατόριο και σου ζητάει τη διεύθυνση για να έρθει. Απαντάς ξερά ΟΧΙ. Και τότε μένει ενεή! Δεν ξέρει τι να πει!

Τη βγάζεις από το αδιέξοδο ζητώντας της 5 σακούλες και τότε έρχεται στα πρόθυρα της καρδιακής προσβολής.

– Πέντε; Φουνφ; ρωτάει κρατώντας το στήθος της. Κοστιζουν επιπλέον 40 λεπτά! Λέει στην προσπάθειά την να σε συνετίσει και να σε σώσει από τον οικονομικό όλεθρο.
– Φουνφ, γιατί ντρέπομαι να ζητήσω 8 που χρειάζομαι και θα τα ζουλήξω τώρα όλα μέσα και θα πάρω και τα χαρτιά στα χέρια. Όχι ρε φίλε, δώσε άλλες τρεις. Δεν θα κυκλοφορώ με το κωλόχαρτο αγκαλιά.
– Μα θέλετε σακούλα και για τα χαρτιά υγείας;
– Ναι. Κυρίως για αυτά.
– Γιαβόλ.
– Θα σου λεγα τώρα…

Ενώ το καλαθάκι χωράει ακριβώς όσα θα μπουν στο ψυγειάκι τους. Και όσα θα φάνε ακριβώς. Αν τύχει φυσικά και πεινάσει κανείς παραπάνω ή αν έρθει κάνας φίλος εννοείται πως δεν έχουν να τον κεράσουν φαγητό. Με μπύρα και ξηροκάρπιο θα τη βγάλει. Και τα παιδιά με τσιπς και κοκακόλες. Από το ψυγειάκι.

Και όταν λέμε ψυγειάκι εννοούμε πραγματικά τα μινι ψυγεία που χρησιμοποιούνται στα γραφεία σαν μινι μπαρ. Γιαυτό κι όταν κανείς πάει να αγοράσει κουζίνα (το γιατί να αγοράσει κουζίνα σε νοικιασμένο σπίτι θα το πούμε σε προσεχές άρθρο) πρέπει να προσέξει το ψυγείο του προγράμματος να μην είναι μινι μπαρ, αλλά κανονικό, μεγάλο. Όχι της Μπάρμπι.

Και μια και πιάσαμε για το καλάθι, ας πούμε και δυο πράγματα για τα σουπερμαρκετ τους. Θυμάστε που ξαφνικά έκαναν την εμφάνισή τους πριν χρόνια στην Ελλάδα κάποιες γερμανικές αλυσίδες, οι οποίες υποτίθετο ότι θα ήταν φθηνότερες και ανταγωνιστικές με το «ελληνικό μονοπώλιο» επειδή δεν χρησιμοποιούσαν τάχα πολύ προσωπικό για να βάζει τα πράματα στα ράφια και επειδή είχαν και κάποια προϊόντα πιο φθηνά αλλά εξίσου ποιοτικά; Ναι μπράβο.

Θυμάστε μήπως ότι όλοι πήγαμε να δούμε και ξινιστήκαμε από τη χυμαδούρα, μέσα στις κούτες και ντρεπόμασταν να πάμε αν και ήταν ελαφρώς φθηνότερα γιατί μας φαινόντουσαν εντελώς χύμα μέσα στις κούτες και ύποπτα; Μήπως θυμάστε ότι όταν πρωτοάνοιξαν είχαν σκοπό να πληρώνουμε τις σακούλες και γελούσε και το παρδαλό κατσίκι, μέχρι που αντί να μας εκπαιδεύσουν να πληρώνουμε τις σακούλες ή να πάρουμε καλάθια, κατάλαβαν ότι πρέπει να τις δίνουν δωρεάν για να βάζουμε τα πράγματα που έχουμε ψωνίσει από το μαγαζί τους; Ναι; Μπράβο και πάλι.

Το αποτέλεσμα:

Και φτηνά καθόλου δεν είναι, σε σχέση με τη μητρική εταιρεία και τους εδώ μισθούς.

Και τα απεριποίητα φτηνομάγαζα συνηθίσαμε και πάμε. Εξ ανάγκης.

Και λεφτά δεν έχουμε να ψωνίζουνε όπως πριν. Εξ ανάγκης.

Και κώτσους μας πιάσανε πάλι… εξ ανάγκης.

Το ξέρετε επίσης ότι για να γίνει κανείς υπάλληλος σουπερμάρκετ στη Γερμανία, περνάει από ειδική εκπαίδευση δεν ξέρω πόσων ετών και παίρνει ένα ειδικό χαρτί με επίσημο τίτλο και σφραγίδες για την καριέρα του ως υπαλλήλου σουπερμάρκετ εξειδικευμένου στο στοίβαγμα κονσέρβας ας πούμε κι αλίμονο αν θελήσει να αλλάξει καριέρα… ούτε ράφι δεν μπορεί να αλλάξει…

Το μόνο παρήγορο είναι, ότι οι υπάλληλοι που δουλεύουν στα μαγαζιά της Ελλάδας, αν και ανειδίκευτοι (μουαχαχα) υπερβαίνουν όπως πάντα τον εαυτό τους και τις οδηγίες, σε κοιτούν στα μάτια και σου χαμογελάνε ακόμα κι αν δε γουστάρουν την δουλειά τους, στολίζουν και τακτοποιούν λίγο πιο όμορφα τα κουτιά και τα μπουκάλια, έτσι από μόνοι τους και ξέρουν μέσα τους πως ακόμα κι αν περάσουν όλη τους τη ζωή εκεί μέσα, θα είναι ΠΑΝΤΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΒΡΕΘΕΙ ΚΑΤΙ ΚΑΛΥΤΕΡΟ. Μπορεί να φταίει ο ήλιος.

Σας φιλώ
Αννυ, με πολλά λάθη, αλλά χωρίς καλάθι…

e-fungus

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s