δε
Όσο και να πλύνει κανείς τα χέρια, η βρώμα δε λέει να καθαρίσει. Τι θα κάνουμε;
Κοιτάζοντας για πολλοστή φορά τις φωτογραφίες των τοξικοεξαρτημένων του Δημήτρη Μπούρα που έκαναν το γύρο του κόσμου, πιάνω τον εαυτό μου να κατρακυλά σε απύθμενα ψυχολογικά βάθη.
Πρόκειται για εικονοποιία που συγκλονίζει, που σφαδάζει και βρυχάται.
Ας αποστρέψω το βλέμμα, σκέφτομαι, δεν μου αρέσουν διόλου αυτές οι ασύλληπτα ωμές λήψεις.
Και μετά σκύβω ξανά στην οθόνη και τις αφήνω να με πλακώσουν σαν κουβέρτες λουσμένες στον ιδρώτα.
Είναι τέτοια η άφατα ενοχλητική δύναμή τους, είναι το συναισθηματικό ισοδύναμο μιας φαγούρας την οποία επιμένεις να ξύνεις.
Όλες οι δημοσιογραφικές ερμηνείες του κόσμου όμως δεν αρκούν για να πείσουν όσο οι εικόνες του Δημήτρη Μπούρα. Το φωτορεπορτάζ αυτό είναι πολύ πέρα από τα ηδονοβλεπτικά καρέ των εφημερίδων και τα αποστασιοποιημένα τηλεοπτικά κλιπ, όλα τους ιδωμένα υπό την ασφάλεια των τηλεφακών και των μακρινών αποστάσεων.
Οι φωτογραφίες διαπερνούν το δέρμα, ποτίζουν τους πόρους. Τις περνάω στο Photoshop, σκύβω κοντά τους, μεγεθύνω τα πίξελ, απομακρύνομαι και πλησιάζω, μα το εφέ είναι σταθερά αμετακίνητο: εδώ υπάρχουν αχρηστεμένες φλέβες και μπλαβιασμένα αγγεία. Υπάρχει η αποφορά της σήψης και οι βλεννώδεις, χαίνουσες πληγές. Υπάρχει αίμα και πύον. Εδώ υπάρχει πρέζα απτή, που τη μυρίζεις και την αγγίζεις με τα δυο σου χέρια.
Στο δικό μου μάτι, που έχει ατενίσει το θέαμα αμέτρητες φορές, υπάρχει επίσης και βαθιά ανθρωπιά. Πίσω από τη χαρμάνα, πέρα από τη ντάγκλα της φτιάξης και το μανιακό ψηλαφητό σε αναζήτηση της ακέραιης φλέβας, διακρίνω νοιάξιμο και αλληλοβοήθεια, μια μακάβρια συλλογικότητα, αν προτιμάτε. Συνέχεια
Η παγκόσμια ημέρα της καριόλας που τα θελε ο κώλος της
(Η αρχική αποκρουστική φωτογραφία σεξουαλικού εγκλήματος αντικαταστάθηκε για λόγους προστασίας ευαίσθητων ομάδων καθώς το δημοσίευμα πήρε μεγάλη έκταση, πολύ μεγαλύτερη από ότι ήταν αναμενόμενο. Η φωτογραφία έφυγε, η σεξιστική υποκρισία και σκληρότητα παραμένει)
Θα σας πω μερικές από τις συνηθισμένες φράσεις και κουβέντες μεταξύ ανδροπαρεών κάθε φορά που περνάει από μπροστά τους μια ευπαρουσίαστη γυναίκα: Καριόλα, πόρνη, πουτάνα, μουνάρα, να σου σκίσω την πατάρα, πωπω τι κωλάρα είσαι εσύ.
Αυτές είναι οι μόνιμες επωδοί «θαυμασμού» προς το ωραίο φύλο από παντελώς άγνωστα της σερνικά. Αυτά λούζεται κάθε γυναίκα που η εμφάνιση της φτουράει. Στο δρόμο, μέρα, νύχτα, ένας ανελέητα ισοπεδωτικός σεξιστικός πόλεμος.
Και ενώ οι gay κάναν περήφανες παρελάσεις, η ξανθιά δασκάλα πρέπει να ντρέπεται που είναι γυναίκα. Και οι κακοποιημένες πρέπει να τη ρουφάν όλη την κακοποίηση στο σπίτι τους και να ντρέπονται που είναι θύματα.
Ενώ πύρινοι λόγοι εκτοξεύονται κατά του ρατσισμού, ο σεξισμός, η πιο οικουμενική μορφή ρατσισμού παραμένει στο απυρόβλητο από μεγάλα τμήματα της ένοχης κοινωνίας.
Πως θα ήταν δυνατόν να συμβαίνει το αντίθετο; Οι Έλληνες είναι σεξισταριά του κερατά.
Το καλάθι της νοικοκυράς (Δε θα τους συνηθίσω ποτέ τους Γερμανούς μέρος 2ο)
Συντάχθηκε απο τον/την Anny Lignou – Αννυ Λιγνού
Με όση αντικειμενικότητα διαθέτω (εντάξει είμαι λίγο Πορτοκάλος), θα σας μεταφέρω τις διαφορές και τις ομοιότητες Ελλήνων και Γερμανών, ώστε αν δεν διδαχθούμε κάτι από όλο αυτό, τουλάχιστον να γελάσουμε.
Στο κείμενο ενδέχεται να περιέχονται ψήγματα υπερηφάνειας και προκατάληψης σε ελεγχόμενες δόσεις. Καταναλώστε άφοβα. (Αλλωστε, στη Γερμανική τηλεόραση, μάς κοροϊδεύουν ολημερίς στα πλαίσια της σάτιρας. Δεκτό με χαμόγελο. Μόνο που κι η σάτιρα γεννήθηκε στην Ελλάδα!)
Αννυ Λιγνού