γράφει ο Άκης Kουστουλίδης
Πάει καιρός που εκείνος ο ψίθυρος μέσα μου κοντεύει να γίνει αστραπή και να με κάψει.
Προτού με κάψει και όσο είναι ακόμη βοή, κάποια δύναμη με σπρώχνει μπροστά σε μια λευκή σελίδα, μου δίνει ένα μολύβι και μου παίρνει το τηλεσκόπιο της ψυχής λίγο πριν τυφλωθώ.
Τρέμει το χέρι μου μπροστά στον αποχαιρετισμό της σιωπής, ένα δάκρυ γιατρεύει την όρασή μου δίνοντας ζωή στις εικόνες, η βοή πλέον είναι πολλές φωνές που μπορούν τα αυτιά μου να ακούσουν καθαρά, μα το πρόβλημα είναι οι πληγές της καρδιάς μου που ρέουν άφθονο ζεστό αίμα, που για να σταματήσει χρειάζεται εκείνο το μαγικό άγγιγμα της ψυχής.
Όσο και να θέλω να πιστέψω πως ξέρω, πάντα νιώθω γυμνός αφήνοντας τον πλούτο της σιωπής, πάντα νιώθω φτωχός από λέξεις και η προσπάθειά μου να ενώσω της φωνές με τις εικόνες είναι πάντα διαφορετική, είναι πάντα αλλόκοτη, μα είναι τόσο ανακουφιστική που νιώθω μια παράξενη άνεση μέσα στην σκληρή αγκαλιά της αλήθειας μου. Συνέχεια