![alexander[2]](https://filologos10.files.wordpress.com/2013/03/alexander2.jpg?w=640&h=337)
γραφει ο αρισταρχος
Το σπίτι μας είχε ένα σαλονάκι που περνούσαμε το μεγαλύτερο μέρος της μέρας. Δυό υπνοδωμάτια και μια κουζινούλα. Στο σαλονάκι είχαμε μια ξυλόσομπα που της ρίχναμε τα κρύα βράδια του χειμώνα πολλά ξύλα και κοκκίνιζε από την μεγάλη θερμοκρασία. Ύστερα, αφού τρώγαμε, μαζευόμασταν στον μικρό καναπέ γύρω γύρω και πάνω στον πελώριο, με τις μεγάλες του μουστάκες παππού μας, και περιμέναμε με αγωνία τις όμορφες διηγήσεις του για χρόνια μακρινά και ξωτικά.
Έτσι και κείνη την βραδιά, στα μέσα του Γενάρη κι ενώ έξω το χιόνι έπεφτε πυκνό καθίσαμε και τα τέσσερα αδερφάκια, εγώ ό Δημήτρης ο πιο μεγάλος στα δώδεκα χρονών, η Μυρτώ εννιά, η Στέλλα έξη και ο Κωστάκης το χρυσόμαλλο μπιζουδάκι μας στα τρεισήμισι. Λουφάξαμε στην ζεστούλα και κρεμαστήκαμε από τις τσιγκελωτές του μουστάκες. Και κείνος, με μάτια που γυάλιζαν και, με μαλακό το σκαμμένο του πρόσωπο κοίταξε προς το άπειρο για να ξεκινήσει με αργή και σταθερή, ζεστή και ζωντανή φωνή, την ιστορία του λες και ήταν μέσα στην πλοκή, λες και την ζούσε εκείνη την στιγμή. Συνέχεια →
0.000000
0.000000
Share this:mysatelite_catch the whisper
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...